Αντί να συγκρίνεις το παιδί, μπορείς να το ενθαρρύνεις! – γράφει η Μαρία Πεσλή
Αντί να συγκρίνεις το παιδί, μπορείς να το ενθαρρύνεις
γράφει η Μαρία Πεσλή
Εκπαιδευτικός, MSc Εκπαιδευτική Διοίκηση
Η σύγκριση είναι μια διαδικασία στην οποία κάθε άτομο μπαίνει (ηθελημένα ή μη) από μικρή ηλικία. Θα μπορούσαμε να πούμε πως με κάποιο τρόπο μαθαίνεται στο άτομο από την παιδική του ηλικία. Οι ίδιοι οι γονείς μάλιστα (άθελά τους κάποιες φορές) «βάζουν» τα παιδιά στη διαδικασία της σύγκρισης, όταν προβαίνουν σε συγκρίσεις μεταξύ των αδερφών. Φράσεις όπως: «Γιατί δεν διαβάζεις όπως ο αδερφός-ή σου;», «Κοίτα τι καλό και ήσυχο παιδί είναι ο αδερφός-ή σου», «Γιατί να μην μοιάζεις στον αδερφό-ή σου;» και άλλες παρόμοιες, μαθαίνουν στο παιδί ότι η σύγκριση είναι κάτι φυσιολογικό, ένα μέρος της ζωής του και αναπόφευκτα θα την υφίσταται από μικρός-ή.
Όταν αργότερα το παιδί ξεκινήσει τη φοίτησή του στο σχολείο και αρχίσει η αξιολόγηση και η βαθμολόγηση της επίδοσής του, η σύγκριση είναι πια καθημερινότητά του. Κατά την σχολική περίοδο, το παιδί δεν συγκρίνεται μόνο με τα αδέρφια του, αλλά και με την ομάδα των συμμαθητών του, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ιδιαιτερότητα του κάθε παιδιού. Υπάρχουν κάποιοι λόγοι όμως, οι οποίοι δείχνουν πως η σύγκριση δεν βοηθά σε καμία περίπτωση το παιδί στην εξέλιξη του, αντιθέτως έχει δυσάρεστες συνέπειες για το ίδιο.
Αρχικά, όταν ένα παιδί συγκρίνεται συνεχώς με άλλα άτομα, μαθαίνει να μην εστιάζει στο ίδιο, στη δική του εξέλιξη και βελτίωση, αλλά σε άλλα άτομα. Ακόμα και αν μπει στη διαδικασία να προσπαθήσει περισσότερο για να φτάσει στο επίπεδο κάποιου άλλου (με τον οποίο συγκρίνεται), δεν έχει σαν κίνητρο τη δική του εξέλιξη, αλλά κίνητρο αποτελεί το να ξεπεράσει κάποιον άλλον. Αυτό έχει σαν συνέπεια, το παιδί να γίνεται ανταγωνιστικό και να μην αναπτύσσει εσωτερικά κίνητρα για τη μάθηση.
Εκτός του ότι το παιδί γίνεται ανταγωνιστικό και συνηθίζει να μην εστιάζει στον εαυτό του, η σύγκριση πολλές φορές οδηγεί το άτομο στην απογοήτευση και τη ματαίωση. Αν ένα παιδί, κατόπιν σύγκρισης με άλλα άτομα και καταβολής προσπάθειας, δεν καταφέρει να τα «φτάσει», νιώθει ότι δεν έχει ικανότητες και δεν αξίζει. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να χάνει την αυτοεκτίμησή του και να σταματά κάθε προσπάθεια, αφού νιώθει ότι υστερεί και επομένως μάταια προσπαθεί. Ας σημειώσουμε επίσης, το πόσο στρεσάρεται ένα παιδί όταν το συγκρίνουν συνεχώς και θέτουν για το ίδιο άλλες, πολλές φορές υψηλές προσδοκίες, που δεν ανταποκρίνονται στις δυνατότητες και τις επιθυμίες του. Στερείται από το παιδί η ανεμελιά της παιδικής του ηλικίας και όλη η χαρά της μάθησης. Η καθημερινότητα γίνεται ένας αγώνας να αποδείξει ότι είναι ικανό και ότι μπορεί να συμβαδίσει ή να ξεπεράσει τους άλλους.
Καλό είναι λοιπόν να μαθαίνουμε στο παιδί να συγκρίνεται με τον ίδιο τον εαυτό του και όχι με τους άλλους. Κάθε μικρή πρόοδος, κάθε βήμα του παιδιού, σε σύγκριση με τον «προηγούμενο εαυτό του», θα πρέπει να επισημαίνεται, να επιβραβεύεται και να ενθαρρύνεται η προσπάθειά του. Έτσι το παιδί μαθαίνει, ότι στόχος κα χαρά της μάθησης είναι η δική μας προσωπική εξέλιξη και βελτίωση και όχι το να ξεπεράσουμε κάποιον, ο οποίος έχει τη δική του ξεχωριστή πορεία και διαδρομή. Ας μην ξεχνάμε ότι κάθε παιδί είναι μοναδικό και επομένως η σύγκριση διαφορετικών ατόμων, με διαφορετικές δυνατότητες και αδυναμίες, δεν έχει καμία χρησιμότητα και κανένα νόημα.
Κατηγορία: ΑΡΘΡΑ